Οι πρωινές κουβέντες χρήζουν κάποιας ιδιαίτερης προσοχής. Το ίδιο ισχύει και για τα βλέμματα. Έχουν μια ερευνητική δύναμη που οξύνεται από την έκπληξη, και μπορεί να ταράξει τον άλλον. Η αίσθηση ότι μας παρατηρούν χαλάει την μαγεία. «Ήμασταν αγκαλιασμένοι, αλλά κοιταζόμασταν, παρατηρούσαμε πραγματικά ο ένας τον άλλον» (Φανύ). Σίγουρα δεν μπορεί να είναι παρά τρυφερότητα, ένα οπτικό αγκάλιασμα. Ποιος όμως μπορεί να ορκιστεί ότι είναι μόνο αυτό; Ποιος λέει ότι η ζωηράδα των ματιών που σε καρφώνουν είναι μόνο αποτέλεσμα του έρωτα και όχι της κριτικής σκέψης που ξυπνάει σιγά-σιγά; Το βλέμμα δημιουργεί μια πολύπλοκη απόσταση, η οποία απέχει πολύ από την τόσο κοντινή σωματική επαφή της νύχτας. Η χάρη του κουκουλιού του κρεβατιού κινδυνεύει να εξαφανιστεί. Πρέπει να σκεφτούμε ένα τέχνασμα.
«Δεν κοιταχτήκαμε ακριβώς. Αρχίσαμε ξανά να φιλιόμαστε» (Έρικα). Τα φιλιά, όπως και τα χάδια, είναι αυτά που σώζουν και προστατεύουν το κουκούλι του κρεβατιού από τα ερωτήματα της ζωής και του κόσμου. Κλείνουν τα μάτια και την σκέψη, μας βυθίζουν στην λήθη της ερωτικής ένωσης. Πολλά από τα μικρά φιλιά δεν έχουν τίποτα το αυθόρμητο, είναι ένας αμυντικός μηχανισμός που αποσκοπεί στην παράταση του χρόνου της ανεμελιάς. Θολώνουν το βλέμμα λόγω της εγγύτητας των σωμάτων και καταδικάζουν τον λόγο σε σιωπή. […] Με το φιλί σφραγίζει ξανά το κουκούλι ανακαλώντας μια οικειότητα πιο κοντινή στην γλυκύτητα της νύχτας. Με τις τρυφερές λέξεις που σιγοψιθυρίζονται προσπαθεί να παρατείνει κι άλλο τον χρόνο της ένωσης.
Πηγή: Απόσπασμα από το βιβλίο του Jean-Claude Kaufmann "Το πρώτο πρωί", εκδόσεις ΚΟΑΝ
Εικόνα: Paula Campos
Πηγή: Απόσπασμα από το βιβλίο του Jean-Claude Kaufmann "Το πρώτο πρωί", εκδόσεις ΚΟΑΝ
Εικόνα: Paula Campos