Ο Ελίας παρατηρεί ότι στις πολιτισμένες κοινωνίες μας υπάρχει ένα είδος φετιχισμού του χρόνου. Ο καθένας φοράει ένα ρολόι από πολύ μικρή ηλικία, η ώρα αναρτάται παντού, σε σημείο, μάλιστα, που τα προσωπικά ρολόγια δεν είναι τόσο απαραίτητα όσο παλιά. Όλος ο κόσμος ορίζει τον χρόνο του πάνω κάτω με τον ίδιο τρόπο. Ξέρουμε, για παράδειγμα, ακριβώς τι κάνει η συντριπτική πλειονότητα των Γάλλων στις οκτώ. Αυτή είναι η ώρα που οι περισσότεροι άνθρωποι κάθονται να δειπνήσουν μπροστά στην τηλεόραση, η οποία αναμεταδίδει το περίφημο δελτίο των οκτώ. […]
Αν είμαστε τόσο συγχρονισμένοι σε αυτή την κοινωνική ώρα, είναι επειδή κατά κάποιον τρόπο δεν έχουμε άλλη επιλογή εάν θέλουμε η παρουσία μας στον κόσμο να μετράει. Όσοι δεν συγχρονίζονται με την ώρα των άλλων περιθωριοποιούνται γρήγορα. Είναι μια από τις επιπτώσεις που εντοπίζουμε όταν πάει καλύτερα ένα ψυχωτικό υποκείμενο, όταν δηλαδή ξεκινάει να ξυπνάει όπως οι άλλοι, όταν σταματάει να κάνει τη νύχτα μέρα και αποδέχεται να φοράει ένα ρολόι.
Όμως, αυτό που υπογραμμίζει ο Ελίας ως φετιχισμό του χρόνου είναι κάτι άλλο˙ είναι η αλόγιστη χρήση όλων των μικρών μας συσκευών, οι οποίες μετρούν τον χρόνο, την ταχύτητα των βημάτων μας ή των οχημάτων μας, τον καρδιακό παλμό […] Ταυτόχρονα όμως, αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι αυτό μπορεί να οδηγήσει κάποιους σε έναν επικίνδυνο εθισμό.
Ό,τι κι αν είναι, με τις μικρές μας συσκευές αποκτάμε την ψευδαίσθηση ότι κυριαρχούμε στον χρόνο, επειδή τον μετράμε.
Όμως, η επιμονή μας αυτή στο να τον μετράμε, να τον υπολογίζουμε, μάλλον υπάρχει για να ξεχάσουμε ότι πριν απ’ όλα αυτά, εξαιτίας της θνητότητάς μας, ο χρόνος είναι εκείνος που μας έχει υπολογίσει.
Πηγή: Απόσπασμα από το βιβλίο του Bernard Nominé "Το παρόν του παρόντος", εκδόσεις Άπαρσις
Εικόνα: Donald Wu