Τι συμπεριφορές να περιμένουν οι γονείς από τα παιδιά τους στο ξεκίνημα της φετινής σχολικής χρονιάς;
Στο ξεκίνημα της συγκεκριμένης χρονιάς, μετά από ένα μακρύ εγκλεισμό, οι γονείς θα πρέπει να περιμένουν τα παιδιά τους να είναι «τρελαμένα» με το σχολείο, να θέλουν να βρίσκονται εκεί και να ζουν τον φόβο μην τους το ξανακλείσουν. Τα παιδιά θα είναι σχετικά αδιάφορα για τα μαθήματα, αφού με κάποιον τρόπο δεν τα στερήθηκαν με τον εγκλεισμό, αλλά θα έχουν τεράστιο ενδιαφέρον για το σχολείο ως το δικό τους κοινωνικό χώρο όπου θα δοκιμάσουν νέες σχέσεις και κοινωνικές δεξιότητες. Για πρώτη φορά ίσως το σχολείο θα βιώνεται, όπως θα όφειλε πάντα να βιώνεται, ως τόπος χαράς.
Ποια θα ήταν η ενδεδειγμένη συμπεριφορά των γονέων;
Γονείς και οι δάσκαλοι/καθηγητές θα πρέπει να δώσουν τον χρόνο για αυτή την εμπειρία συνεύρεσης και χαράς των παιδιών στην «αγέλη» τους, συγκρατώντας κάπως την αγωνία τους για τη μαθησιακή πρόοδο των παιδιών. Και να το πω απλά: ένα χαρούμενο παιδί μαθαίνει πιο γρήγορα, ένα θυμωμένο εκφράζει παθητικά τον θυμό του με άρνηση ή υποτίμηση της γνώσης. Γονείς και δάσκαλοι και όλοι μας, να μην περιμένουμε μια επιστροφή στην κανονικότητα. Με τον κορωνοϊό έχουμε μπει σε μια νέα πολιτισμική περίοδο και βρισκόμαστε στην αναζήτηση μιας νέας κανονικότητας.
Ποια στοιχεία συντελούν στην καλύτερη δυνατή προσαρμογή ενός παιδιού στο σχολείο;
Η δυνατότητα του σχολείου να προσαρμόζεται στις ανάγκες και στις δυνατότητες του παιδιού, επιτρέπει και στο παιδί να προσαρμοσθεί στο σχολείο. Μια αμφίδρομη σχέση σεβασμού δημιουργεί μια νέα συλλογικότητα με βάση την πειθαρχία. Το σύγχρονο ελληνικό σχολείο παραπαίει ανάμεσα στον αυταρχισμό και στην ανευθυνότητα, δημιουργώντας σύγχυση στους μαθητές και στους γονείς τους. Κάτω από τέτοιες συνθήκες δεν τίθεται θέμα «προσαρμογής» αλλά κυριαρχίας την οποία διεκδικούν τρεις ομάδες: οι μαθητές (παθητικά στο δημοτικό, ενεργητικά στο γυμνάσιο και στο λύκειο), οι διδάσκοντες και οι γονείς που αντί να «κάθονται στις κερκίδες» μπαίνουν στο γήπεδο!
Πόσο σχετίζεται η μάθηση με την προσαρμογή;
Η μάθηση είναι προσαρμογή του νου σε νέους τρόπους σκέψης που μέχρι εκείνη τη στιγμή αυτός δεν γνώριζε. Αν οι νέοι αυτοί τρόποι είναι ριζικοί, απαιτείται όχι μόνο προσαρμογή της σκέψης του ατόμου αλλά και της ταυτότητάς του. Το τρίπτυχο «μάθηση-προσαρμογή-ταυτότητα» είναι ενεργές σε ολόκληρη τη ζωή μας. Και επειδή η ταυτότητά μας δεν ισχύει παρά μόνο σε σχέση με τους άλλους, η προσαρμογή πρέπει να συμβαίνει και με αυτόν τον τρόπο να ολοκληρώνεται και στο ζεύγος «εγώ- οι άλλοι».
Ποια είναι η γνώμη σας για τις εξωσχολικές δραστηριότητες; Ποια θα ήταν μια ενδεδειγμένη –κατά μέσον όρο– συχνότητα ανάλογα με την ηλικία ενός παιδιού;
Η πρότασή μου είναι για ένα σύγχρονο ολοήμερο σχολείο που θα ενσωμάτωνε τις περισσότερες από τις γνωστές και δημοφιλείς λεγόμενες «εξωσχολικές» δραστηριότητες. Επίσης θα είχε ενταγμένες και πολλές δράσεις συλλογικής ζωής μέσα στο σχολείο και στην κοινότητα που λείπουν πάρα πολύ από τα παιδιά. Δυστυχώς δεν το βλέπω να συμβαίνει στο άμεσο μέλλον. Οι γονείς θα συνεχίσουν να «τρέχουν» τα παιδιά τους σε «εξωσχολικές» δραστηριότητες ακολουθώντας ανάγκες, μόδες, δικά τους απωθημένα και κάποιες φορές τις επιθυμίες των παιδιών. Οι «εξωσχολικές» δραστηριότητες μπορούν και πρέπει να αρχίζουν από τη νηπιακή ηλικία και να είναι περισσότερο αθλητικές και καλλιτεχνικές δραστηριότητες ώστε να εδραιώνεται ο ψυχοκινητικός συντονισμός, η εμπέδωση της ψυχής μέσα στο σώμα του παιδιού. Με την πρόοδο της ηλικίας να είναι περισσότερο νοητικές αλλά με ολιστική προσέγγιση ενός θέματος. Για παράδειγμα: σε ένα «εργαστήριο αρχιτεκτονικής», τα παιδιά θα ασκηθούν με δημιουργικό τρόπο στα μαθηματικά, στο σχέδιο, στη χειροτεχνία, στην κοινωνιολογία, στην ανθρωπολογία, στη γεωγραφία, σε ξένες γλώσσες, στη διαμόρφωση μιας έκθεσης κ.ά.
Ποια είναι η έννοια του ορίου και ποιος θα ήταν ο ιδεώδης τρόπος να τίθενται για τον γονέα αλλά και για το παιδί;
Αν και σαν μαγική συνταγή πολλοί ψ προτρέπουν τους πελάτες τους να θέσουν τα όριά τους, εγώ νομίζω ότι όταν φθάνουμε να μιλάμε για όρια, είναι πολύ αργά. Πρέπει από κοινού με το παιδί να συζητάμε μια δραστηριότητα, μια συμπεριφορά, να προσπαθούμε να προσδιορίσουμε το πεδίο της και μέσα σε αυτό να ορίζουμε τις ζώνες του ευκταίου, του ανεκτού, του απαράδεκτου. Ας πάρουμε για παράδειγμα, ένα πολύ συχνό θέμα των οικογενειών που είναι η επιθετικότητα μεταξύ των αδελφών: Αν ορίσουμε τις ζώνες και τις απαραίτητες επιβραβεύσεις για την παραμονή στη ζώνη του ευκταίου και τις ποινές για τη ζώνη του απαράδεκτου, τότε ίσως πετύχουμε, μέσα από δοκιμές και αποτυχίες μια καλή λειτουργικότητα της οικογένειας. Η «ζώνη» δίνει χώρο και χρόνο για προσαρμογή και διόρθωση, το «όριο» είναι σημείο τριβής και σύγκρουσης.
Ποιες είναι συνήθως οι πρώτες ενδείξεις για να διαγνώσουμε έγκαιρα τυχόν μαθησιακές δυσκολίες ενός παιδιού;
Αυτό είναι δουλειά του δασκάλου και όχι του γονέα. Αν ο γονέας φθάσει πρώτος να διαγνώσει μαθησιακές δυσκολίες στο παιδί του τότε ή ο δάσκαλος δεν κάνει καλά τη δουλειά του, και αυτό συνεπάγεται γενικότερα προβλήματα και επιπτώσεις, ή ο γονέας είναι υπεραγχωμένος και ζητά από το παιδί να έχει γνώσεις που ακόμη δεν έχει έρθει η ώρα τους. Συχνά οι μαθησιακές δυσκολίες κρύβουν ψυχικές δυσκολίες των παιδιών και απαιτείται ψυχοθεραπευτική προσέγγιση του παιδιού ή/και της οικογένειας για να διορθωθεί το ψυχικό γενεσιουργό αίτιο και όχι το επιφαινόμενο μαθησιακό. Για παράδειγμα: ένα παιδί με κατάθλιψη θα είναι αφηρημένο, αποσυρμένο από την τάξη και θα εκδηλώνει «μαθησιακές» δυσκολίες.
Πώς μπορούμε να διαγνώσουμε καταστάσεις μπούλινγκ και ποια είναι η ενδεδειγμένη αντίδραση εκ μέρους του γονέα;
Μια στροφή στη διάθεση του παιδιού που αποσύρεται, αναπτύσσει φόβους, εμφανίζει συμπτώματα συμπεριφοράς, όπως ξαφνικοί θυμοί και ξεσπάσματα, ψυχοσωματικά συμπτώματα όπως αϋπνία, ανορεξία ή βουλιμία, κοιλιακά άλγη, ασθματικές κρίσεις κ.α., είναι συχνές ενδείξεις ότι το παιδί υφίσταται μπούλινγκ. Πάντως τα παιδιά που υφίστανται βία και δεν το λένε στους γονείς τους, είναι συχνά συναισθηματικά παραμελημένα από τους γονείς τους, δεν τους έχουν εμπιστοσύνη και φοβούνται ότι θα θυματοποιηθούν και από τους ίδιους τους γονείς τους. Μερικές φορές δυστυχώς έχουν ήδη κακοποιηθεί μέσα στο ίδιο τους το σπίτι και με αυτό το τραύμα είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στον «δράστη» που όλες οι έρευνες δείχνουν ότι έχει την ικανότητα να τα «μυρίζεται»! Όταν ο γονέας αντιληφθεί ότι το παιδί υφίσταται εκφοβισμό πρέπει άμεσα να το διαβεβαιώσει για την απόλυτη στήριξη που θα του προσφέρει. Να δημοσιοποιήσει το θέμα στο σχολείο, αν αυτός είναι ο χώρος της βίας, ή στην αστυνομία αν αυτό συμβαίνει στην κοινωνία. Και να μην σταματήσει τις ενέργειες μέχρι να βρεθούν οι δράστες και να παρθούν μέτρα εναντίον τους.
Τι είναι αυτό που είναι καλό να ζητάει ο γονέας από την απόδοση του παιδιού του στο σχολείο;
Να αποδίδει καλά με βάση τις δυνατότητές του και να αξιολογείται με βάση τις προσπάθειές του σε όλους τους τομείς: στις γνώσεις, στη δημιουργικότητα, στη συλλογικότητα.
Τι είναι αυτό που πρέπει να προσφέρει για να μπορεί να αποδώσει το παιδί ανενόχλητο;
Ηρεμία, αντοχή στον χρόνο που απαιτείται για την ωρίμανση του παιδιού, εμπιστοσύνη στο σχολείο (που δυστυχώς βάλλεται από πολλούς γονείς μπροστά στα ίδια τα παιδιά), όχι ανάληψη καθηκόντων «δασκάλου» στο σπίτι. Να έχει ισχυρά και ο ίδιος επαγγελματικά και άλλα ενδιαφέροντα και μιλά στο παιδί για τις δικές του δυσκολίες στο να μάθει και να αποδώσει σε κάτι. Κυρίως, και πάνω από όλα, να αγαπά το παιδί του.
Ποια στοιχεία θα ήταν καλό να έχει σήμερα ο «καλός δάσκαλος»;
Να βρίσκεται σε συνεχή αναζήτηση των παιδαγωγικών μεθόδων και στο τι ταιριάζει στην κάθε τάξη και στο κάθε παιδί. Να αναγνωρίζει ότι η ζωή στην τάξη μπορεί να είναι δημιουργική, στηριγμένη πάνω σε μια μικροκοινωνία ισοτιμίας. Να είναι ο «πρώτος μεταξύ ίσων» και ο διευθυντής μιας ορχήστρας που πρέπει να παίζει και να «το χαίρεται» ακόμη και αν κάποια όργανα φαλτσάρουν. Να προφυλάσσει τα παιδιά από τις υπερβολές των γονέων. Να κρατά τα αθώα μυστικά τους. Να τα αγαπά. Να αγαπά τον εαυτό του.
Σε αντιστοιχία με τον «ανήσυχο γονέα», τι χαρακτηριστικά θα είχε ένα «ανήσυχο παιδί»;
Όλα τα παιδιά, από την βρεφική ηλικία, είναι ανήσυχα με την καλή έννοια! Θέλουν να γνωρίσουν τον κόσμο και να αποκτήσουν δεξιότητες. Έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά με του ανήσυχου γονέα. Δυστυχώς κάποιες φορές η οικογένεια και το σχολείο τούς κόβουν αυτή την υγιή έφεση προς τη γνώση με την πρόωρη εργαλειοποίηση γνώσεων που δεν αφομοιώνονται μέσα στην προσωπικότητά τους αλλά μπαίνουν σε ένα παιχνίδι ανταλλαγών όπως οι βαθμοί, τα δώρα κ.α.
Πηγή: Απόσπασμα από το κείμενο Σχολή ανήσυχων γονέων: Ο Αθανάσιος Αλεξανδρίδης εξηγεί την ιδέα
Εικόνα: Akira Deng
Πηγή: Απόσπασμα από το κείμενο Σχολή ανήσυχων γονέων: Ο Αθανάσιος Αλεξανδρίδης εξηγεί την ιδέα
Εικόνα: Akira Deng